Το Washboarding είναι μια ενδιαφέρουσα συμπεριφορά των μελισσών, οι οποίες συνήθως βρίσκονται στο μπροστινό σημείο της κυψέλης γύρω από την είσοδο και λικνίζονται όλες μαζί μπρός-πίσω.

Μια μέλισσα τοποθετεί τα μεσαία και πίσω πόδια της στην επιφάνεια της κυψέλης έξω απο την είσοδο, ταλαντεύοντας ολόκληρο το σώμα της προς τα εμπρός και προς τα πίσω, καθώς ξύνει την επιφάνεια με το μπροστινό ζεύγος ποδιών και γνάθων. Τοποθετεί το κεφάλι της προς τα κάτω ενώ ανασηκωνει ελαφρώς την κοιλιά της προς τα επάνω.
Μια μέλισσα μπορεί να παραμείνει σε μια θέση για κάποια λεπτά αλλά μπορεί και να αλλάξει θέση μετά από λίγα δευτερόλεπτα ξεκινώντας ξανά την ίδια συμπεριφορά.

Δείτε το βίντεο και παρατηρήστε τις κινήσεις των μελισσών κατά την διάρκεια του φαινομένου washboarding

Αυτή η παράξενη συμπεριφορά συνεχίζει έως και σήμερα να είναι ανεξήγητη ωστόσο υπάρχουν κάποιες θεωρίες οι οποίες προσπαθούν να δώσουν η κάθε μία την δική της εκδοχή στο φαινόμενο.

Κάποιοι πιστεύουν ότι οι μέλισσες το κάνουν αυτό όταν δεν έχουν διαθέσιμες πηγές τροφής ή ότι δεν γνωρίζουν που να τις βρουν.

Άλλη προσπάθεια για εξήγηση του φαινομένου είναι ότι οι νεαρές μέλισσες που βρίσκονται εντός τις κυψέλης έχουν μεγάλο φόρτο εργασίας και έτσι οι συλλέκτριες που επιστρέφουν δεν μπορούν να αδειάσουν την πραμάτεια τους ή ότι δεν υπάρχει διαθέσιμος χώρος.

Άλλοι παρατηρητές υποθέτουν ότι αυτή η συμπεριφορά σχετίζεται με γενικές δραστηριότητες καθαρισμού και μέσα από παρατηρήσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι ηλικίες των εργατριών μελισσών που συμμετέχουν στο φαινόμενο είναι μεταξύ 15 και 25 ημερών.

Μια πρωταρχική λειτουργία του φαινομένου washboarding μπορεί να είναι ότι οι μέλισσες μέσω των φερομόνων που εκπέμπουν από τον αδένα Nasonov βοηθούν τις συλλέκτριες που επιστρέφουν να εντοπίσουν γρήγορα την είσοδο της φωλιάς, απλώνοντας έτσι ένα χαρακτηριστικό άρωμα της αποικίας γύρω από την είσοδο.

Άλλο ένα βίντεο washboarding

Συνήθως το φαινόμενο παρατηρείται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και σε μεγάλα μελίσσια. Θα μπορούσε μια εξήγηση να είναι ότι βγαίνουν να πάρουν φρέσκο αέρα, αποτελώντας ακόμη άλλη μια υπόθεση για το φαινόμενο αυτό.

Οι μέλισσες έχουν την ικανότητα να διατηρούν την θερμοκρασία εντός της κυψέλης ιδανική για την ανάπτυξη του γόνου. Οι κυψέλες που είναι πολυπληθείς, έχοντας μικρές εισόδους πιστεύεται οτι είναι περισσότερο πιθανό οι μέλισσες να βγαίνουν εκτός της κυψέλης ώστε να διατηρήσουν την σωστή θερμοκρασία στο εσωτερικό..

Ή ίσως οι μέλισσες να χορεύουν αυτόν τον παράξενο χορό ώστε να κάνουν τους μελισσοκόμους να αναρωτιούνται τι συμβαίνει !

Είναι πολλά αυτά που δεν γνωρίζουμε για τις μέλισσες.. που ίσως δεν μάθουμε και ποτέ..

Απλά τις θαυμάζουμε !

ΠηγήMelissokomiaNet.gr


Οι µέλισσες είναι έντοµα κοινωνικά και ζουν σαν µια µεγάλη οικογένεια, η οποία αποτελείται από µια βασίλισσα (αναπαραγωγικό θηλυκό), καθόλου έως µερικές εκατοντάδες κηφήνες (αρσενικά) και µερικές χιλιάδες εργάτριες (στείρα θηλυκά). Για πολλά χρόνια, η κληρονοµικότητα στις µέλισσες δε µπορούσε να γίνει κατανοητή, κυρίως λόγω της αδυναµίας ελέγχου των συζεύξεων.

Μεταξύ των ζωντανών οργανισµών υπάρχουν διαφορές και οµοιότητες. Τα κληρονοµικά χαρακτηριστικά βρίσκονται καταγεγραµµένα στο γενετικό υλικό και αποτελούν τον γονότυπο του οργανισµού. Η έκφραση κάποιων από τα χαρακτηριστικά αυτά επηρεάζεται από το περιβάλλον. Όταν έχουµε αλληλεπίδραση του γονότυπου µε το περιβάλλον, τα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούνται αποτελούν τον φαινότυπο.

Στις µέλισσες παρατηρείται το φαινόµενο του πολυµορφισµού, το οποίο σχετίζεται τόσο µε τον γονότυπο, όσο και µε τον φαινότυπο. Ο διµορφισµός µεταξύ αρσενικών (κηφήνων) και θηλυκών (βασίλισσα-εργάτριες) ατόµων καθορίζεται από γενετικούς παράγοντες. Αντίθετα, ο διµορφισµός µεταξύ της εργάτριας (στείρο θηλυκό) και της βασίλισσας (γόνιµο θηλυκό) σχετίζεται µε µη-γενετικούς παράγοντες, όπως είναι η διατροφή, το µέγεθος του κελιού κλπ. Στις µέλισσες, ο πολλαπλασιασµός γίνεται τόσο εγγενώς, όσο και αγενώς. Η εγγενής αναπαραγωγή (γονιµοποιηµένο αυγό) έχει ως απόγονο το θηλυκό άτοµο, σε αντίθεση µε την παρθενογένεση (αγονιµοποίητο αυγό), από την οποία θα γεννηθεί κηφήνας. Οι κηφήνες έχουν απλοειδείς πυρήνες, µε 16 χρωµοσώµατα, σε αντίθεση µε τους διπλοειδείς πυρήνες των θηλυκών ατόµων, που έχουν 32 χρωµοσώµατα.

Βελτίωση με επιλογή

Ένας από τους κλασικούς και παραδοσιακούς τρόπους βελτίωσης είναι η επιλογή. Η επιτυχής βελτίωση στην περίπτωση της µελισσοκοµίας, περιλαµβάνει 4 στάδια:

1. Επιλογή. Η επιλογή του γενετικού υλικού µε τα επιθυµητά χαρακτηριστικά αποτελεί το βασικότερο στάδιο της βελτίωσης. Τα επιθυµητά κριτήρια θα αναφερθούν παρακάτω. Η επιλογή αφορά σε βασίλισσες, των οποίων τα µελίσσια ξεχωρίζουν συγκριτικά µε άλλα, αλλά και σε κηφήνες που µπορεί να έχουν κάποια επιθυµητά χαρακτηριστικά, όπως το χρώµα, η µακροβιότητα, η ανθεκτικότητα σε εντοµοκτόνα και ασθένειες κλπ.

2. Γενετική παραλλακτικότητα. Οι µέλισσες διαφέρουν πολύ από περιοχή σε περιοχή, καθώς οι συνθήκες του περιβάλλοντος επηρεάζουν την έκφραση του γονότυπου. Η φυσική παραλλακτικότητα µιας περιοχής είναι επιθυµητή σε ένα πρόγραµµα βελτίωσης.

3. Ελεγχόµενες συζεύξεις. Όταν βρεθούν τα µελίσσια που έχουν τα επιθυµητά χαρακτηριστικά, γίνονται ελεγχόµενες συζεύξεις και ελέγχονται οι παραγόµενοι απόγονοι. Αυτές οι συζεύξεις γίνονται µε φυσικό τρόπο, µεταφέροντας τα µελίσσια σε περιοχή όπου δεν υπάρχουν άλλες µέλισσες σε ακτίνα τουλάχιστον 5 Km. Εναλλακτικά, γίνονται µε τη µέθοδο της τεχνητής σπερµατέγχυσης, κατά την οποία βασίλισσες γονιµοποιούνται τεχνητά µε σπέρµα από τους επιλεγµένους κηφήνες.

4. ∆ιατήρηση του γενετικού υλικού. Η διατήρηση του γενετικού υλικού που παρήχθη θα πρέπει να είναι δυναµική, και όχι στατική. Η διαδικασία θα πρέπει να συνεχίζεται και τα επιλεγµένα µελίσσια να διατηρηθούν σε αποµονωµένες περιοχές, όπου δεν υπάρχει άλλο γενετικό υλικό.

Κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη κατα τη βελτίωση

Τα κριτήρια που αναφέρονται παρακάτω ακολουθούνται σε οργανωµένα πειράµατα βελτίωσης των µελισσών. Όµως, ο κάθε παραγωγός µπορεί να επιλέγει µελίσσια µε τα επιθυµητά χαρακτηριστικά, από τα οποία θα παράγει τις δικές του βασίλισσες. Με αυτόν τον τρόπο, θα µπορεί να βελτιώνει σταδιακά τα µελίσσια στο µελισσοκοµείο του.

• Ο πληθυσµός του µελισσιού. Ένα δυνατό µελίσσι είναι σε θέση να δώσει µεγαλύτερη παραγωγή, αλλά και να αντιµετωπίσει ευκολότερα τις αντιξοότητες.

• Η παραγωγή µελιού. Παρότι η παραγωγή µελιού συνδέεται άµεσα µε τον πληθυσµό ενός µελισσιού, κάποια µελίσσια αποθηκεύουν περισσότερο µέλι από άλλα.

• Η επιθετικότητα των µελισσιών. Προτιµώνται µελίσσια ήρεµα, µε µικρότερη διάθεση για επίθεση. Αυτά διευκολύνουν τους µελισσοκοµικούς χειρισµούς.

• Η ποσότητα και η εµφάνιση του γόνου. Υπάρχουν βασίλισσες που γεννάνε µε µεγαλύτερο ρυθµό από άλλες. Επίσης, καλή όψη του γόνου θεωρείται η συµπαγής, χωρίς άδεια κελιά ενδιάµεσα.

• Η ανθεκτικότητα στις αρρώστιες. Αυτή µπορεί να είναι αποτέλεσµα κάποιου µηχανισµού συµπεριφοράς ή φυσιολογίας. Στην πρώτη περίπτωση περιλαµβάνεται η ανθεκτικότητα στην αµερικάνικη σηψιγονία, κατά την οποία οι εργάτριες καταφέρνουν να αποµακρύνουν τις προσβεβληµένες προνύµφες (Rothenbuhler, 1964α, 1964β). Ο ίδιος µηχανισµός φαίνεται να λειτουργεί και στην περίπτωση της ασκοσφαίρωσης (Gilliam και συνεργάτες, 1983).

• Η σµηνουργία. Η συχνή σµηνουργία αποτελεί µειονέκτηµα, καθώς αδυνατίζουν τα µελίσσια.

• Η συλλογή γύρης και πρόπολης. Αν και η συλλογή µεγάλων ποσοτήτων γύρης θεωρείται ευνοϊκή για το µελίσσι, περιορίζει παράλληλα τη συλλογή νέκταρος (Calderone, 1985). Αυτό συµβαίνει επειδή αυξάνεται το ποσοστό των γυρεοσυλλεκτριών και µειώνεται αυτόµατα αυτό των νεκταροσυλλεκτριών. Αναφορικά µε την πρόπολη, εκτός από την περίπτωση που κάνουµε παραγωγή µε σκοπό το κέρδος, αυτή θεωρείται µειονέκτηµα επειδή δυσκολεύει τους χειρισµούς του µελισσοκόµου, ενώ και οι µέλισσες ασχολούνται µε τη συλλογή της αντί να συλλέγουν νέκταρ ή γύρη.

Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Βιβλιοθήκη ΤΕΙ Κρήτης, Ηλεκτρονικές σημειώσεις

Καθηγητής: Αλυσσανδράκης Ελευθέριος


Συλλέκτριες γίνονται συνήθως οι εργάτριες, ηλικίας είκοσι ημερών και πάνω. Οι συλλέκτριες κινούνται για πολλές μέρες γύρω-γύρω από την πηγή τροφής, ώσπου να εξαντληθούν, και σε κάθε ταξίδι τους επισκέπτονται άνθη που βρίσκονται σε αποστάσεις μικρές μεταξύ τους. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν δέντρα ή καλλιέργειες σε σειρές, τότε κινούνται κατά μήκος της σειράς. Όταν μια φορτωμένη νεκταροσυλλέκτρια επιστρέψει στην κυψέλη και χορέψει, περιμένει τις οικιακές μέλισσες να παραλάβουν το φορτίο της. Όσο περισσότερο θα περιμένει για την παραλαβή του νέκταρος, τόσο μικρότερη τάση έχει να συνεχίσει τη συλλογή του. Η γυρεοσυλλέκτρια αντίθετα, αφήνει μόνη της τη γύρη σε ένα κελί της κηρήθρας.

Γενικά πιστεύεται ότι οι γυρεοσυλλέκτριες μέλισσες είναι καλύτεροι επικονιαστές από τις νεκταροσυλλέκτριες (Free, 1960b; Free & Williams, 1972; Robinson, 1979b; Thorp, 1979a). Οι γυρεοσυλλέκτριες είναι γρηγορότερες μέσα στο άνθος από τις νεκταροσυλλέκτριες και επισκέπτονται περισσότερα άνθη σε κάθε πτήση αναζήτησης τροφής. Οι γυρεοσυλλέκτριες, στη προσπάθεια τους να συλλέξουν γύρη, στριφογυρνάνε πάνω από τους ανθήρες και καλύπτονται με γύρη σε όλο το σώμα και το κεφάλι τους. Την ίδια ώρα, αγγίζουν το στίγμα του άνθους με το κεφάλι και το σώμα και έτσι επικονιάζουν τα άνθη.

Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι η περίπτωση των γυρεοσυλλεκτριών στα άνθη της μηλιάς (Μalus spp.). Οι νέκταροσυλλέκτριες καλύπτονται με γύρη μόνο τυχαία και κυρίως στο κεφάλι τους. Μια εξαίρεση είναι ο ηλίανθος (Helianthus annuus), όπου οι νεκταροσυλλέκτριες είναι καλύτεροι επικονιαστές από τις γυρεοσυλλέκτριες, εξαιτίας της μορφολογίας του άνθους του φυτού. Το σχήμα του διευκολύνει την επαφή του στίγματος από τις νέκταροσυλλέκτριες και όχι από τις γυρεοσυλλέκτριες (Free, 1964). Οι νεκταροσυλλέκτριες επίσης, είναι καλύτεροι επικονιαστές όταν επισκέπτονται τα άνθη του αβοκάντο, γιατί επισκέπτονται και τα υπεροφόρα και τα στημενοφόρα άνθη, τα οποία έχουν την ίδια μορφολογία (Ish-Am & Eisikowitch, 1993).

Oι νεκταροσυλλέκτριες, ειδικότερα αυτές που αναζητούν καλλιέργειες μήλων, έχει παρατηρηθεί ότι χρησιμοποιούν διαφορετικές τεχνικές για να αποκτήσουν το νέκταρ. Οι Free (1960a), Robinson (1979b) και Kuhn & Ambrose (1983) περιέγραψαν τις διαφορετικές τεχνικές και σημείωσαν ότι οι νεκταροσυλλέκτριες μαθαίνουν την μορφολογία του άνθους κάθε καλλιέργειας, χρησιμοποιούν συγκεκριμένη συμπεριφορά για να φτάσουν το νέκταρ των ανθέων των διαφόρων καλλιεργειών (π.χ. ‘sideworking’ συμπεριφορά των μελισσών σε μήλα ποικιλίας Delicious, Robinson, 1981; Kuhn & Ambrose, 1983; DeGrandi- Hoffman et al. 1985). Αυτές γίνονται αποτελεσματικές ή μη αποτελεσματικές, σύμφωνα με το κατά πόσο έρχονται σε επαφή με τα αναπαραγωγικά μέρη του άνθους.

Μια θετική ή νόμιμη επίσκεψη είναι από εκείνες που επηρεάζουν την επικονίαση (Free, 1962a; Poulsen, 1973b). Θετικές επισκέψεις πραγματοποιούνται κυρίως από γυρεοσυλλέκτριες, οι οποίες επισκέπτονται τα άνθη από μπροστά και έρχονται σε επαφή με τους ανθήρες και το στίγμα, αν και ορισμένες νεκταροσυλλέκτριες μπορούν να κάνουν το ίδιο επίσης, ειδικά πάνω σε άνθη με κοντή σωληνοειδή στεφάνη.

Όταν οι νεκταροσυλλέκτριες δεν έχουν αρκετά μεγάλη γλώσσα, ώστε να φτάσουν το νέκταρ στη βάση του άνθους, παράδειγμα σε καλλιέργεια κουκιού (Vicia faba), προσπαθούν να κλέψουν νέκταρ μέσα από τις τρύπες που οι άγριες μέλισσες με κοντή γλώσσα (π.χ. Bombusterrestris) έχουν ανοίξει στη βάση της στεφάνης (Free, 1962a; Poulsen, 1973b; Bond & Poulsen, 1983). Αυτές οι επισκέψεις λέγονται αρνητικές ή μη νόμιμες, επειδή δεν επηρεάζουν άμεσα την επικονίαση (Free & Williams, 1973b; Newton & Hill, 1983), αν και μπορούν να μεταφέρουν τη γύρη από τους ανθήρες πάνω στο στίγμα, επηρεάζοντας έμμεσα την επικονίαση (Soper,1952; Kendall & Smith, 1975).

Εξωανθικά νεκτάρια επίσης, δείχνουν να έχουν επιβλαβή επίδραση στην επικονίαση, ειδικά όταν εκκρίνουν νέκταρ πριν τα άνθη του ίδιου είδους φυτού ανοίξουν (Stoddard & Bond, 1987). Oι νέκταροσυλλέκτριες επισκέπτονται τα εξωανθικά νεκτάρια πριν η άνθηση των φυτών ξεκινήσει. Με αυτό τον τρόπο οι συλλέκτριες γίνονται συμβατές με αυτά και δεν επισκέπτονται τα άνθη, ούτε επηρεάζουν την επικονίαση (Free, 1962 a; Bond & Hawkins, 1967; Bond & Poulsen, 1983; Poulsen,1973b; Stoddard & Bond, 1987).

Πηγή: ΕΠΙΚΟΝΙΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ, Δρ. Φανή Χατζήνα Βιολόγος, Διδάκτορας Μελισσοκομίας –Επικονίασης Ερευνήτρια Ινστ. Μελισσοκομίας (ΕΘΙΑΓΕ)


Οι έννοιες του “πατέρα” και του “γιου” δεν είναι οι ίδιες στον κόσμο των μελισσών όπως στον ανθρώπινο κόσμο .Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε ακούσει για τη σημασία των γονιδίων, πώς η μητέρα και ο πατέρας συνεισφέρουν το σημαντικό τους στοιχείο και ούτω καθεξής.
H μητέρα συνεισφέρει χρωμοσώματα από το ωάριο της και o πατέρας από το σπέρμα του. Μεγάλο μέρος του ζωικού βασιλείου λειτουργεί με αυτές τις αρχές.

Αλλά αυτό δεν συμβαίνει με τις μέλισσες .

Η αιτία αυτής της παράξενης συμπεριφοράς είναι ένα σύστημα καθορισμού φύλου που ονομάζεται Haplodiploidy.

Οι μέλισσες, μαζί με πολλά άλλα έντομα, είναι απλοδιπλοειδή , που σημαίνει ότι το φύλο βασίζεται στον αριθμό των χρωμοσωμάτων που λαμβάνουν.
Η βασίλισσα και οι εργάτριες είναι θηλυκές μέλισσες με ένα διπλοειδές σύνολο χρωμοσωμάτων.
Οι κηφήνες είναι αρσενικά με ένα απλοειδές σύνολο χρωμοσωμάτων.
Για να δημιουργηθεί μια εργάτρια μέλισσα , η βασίλισσα πρέπει να προσθέσει σπέρμα στο αυγό.
Ένα γονιμοποιημένο ωάριο μελισσών παράγει μια θηλυκή μέλισσα και ένα αγονιμοποιητο παράγει μια αρσενική μέλισσα.

Από τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι:
• Τα θηλυκά έχουν μητέρα και πατέρα. (γονιμοποιημένο ωάριο)
• Τα αρσενικά έχουν μητέρα αλλά όχι πατέρα. (αγονιμοποιητο ωάριο)
• Τα αρσενικά έχουν έναν παππού της μητέρας και μια γιαγιά
(η μητέρα βασίλισσα έχει και τους δύο γονείς)
• Τα αρσενικά δεν μπορούν να έχουν έναν γιο
(οι αρσενικοί γιοι προέρχονται από μη γονιμοποιημένα αυγά που έχουν τεθεί από θηλυκή μητέρα.)
(Αν ένας άντρας γονιμοποιεί ένα αυγό, ο απόγονος είναι πάντα θυγατέρα).

MelissokomiaNet.gr με πληροφορίες απο wikipedia


Θα σκέφτονταν κανείς ότι η απάντηση στο ερώτημα << πόσο καιρό ζουν οι μέλισσες; >> θα ήταν απλή, αλλά δυστυχώς δεν είναι και τόσο απλή!

Διότι υπάρχουν διάφοροι παράγοντες οι οποίοι και καθορίζουν το πόσο ζει μια μέλισσα, όπως:
• ποιο είναι το είδος της μέλισσας ( υπάρχουν διάφορα είδη μελισσών)
• ποιος είναι ο ρόλος της στην κυψέλη (είναι εργάτρια ? βασίλισσα? Κηφήνας?)
• σε ποια εποχή του έτους αναφερόμαστε.

Είναι λίγο σαν τους ανθρώπους κατά κάποιο τρόπο. Διαφορετικοί άνθρωποι που ζουν υπό διαφορετικές συνθήκες έχουν διαφορετικές διάρκειες ζωής!
Ας δούμε λοιπόν πόσο καιρό μπορεί να ζήσει μια μέλισσα με υπ όψιν αυτούς τους παράγοντες …

Προσδόκιμο ζωής της μέλισσας

Σε αυτό το άρθρο, θα εξετάσουμε το θέμα χρησιμοποιώντας σαν τυπικό παράδειγμα την ευρωπαϊκή μέλισσα ( Apis mellifera ). Αυτό είναι το πιο κοινό είδος μέλισσας και μπορεί να βρεθεί σε όλο τον κόσμο.
ΚΑΤ ΑΡΧΗΝ Οι 3 τύποι μέλισσας σε μια κυψέλη έχουν διαφορετικό προσδόκιμο ζωής.

Οι τύποι είναι:
• Βασίλισσα μέλισσα (μία ανά κυψέλη)
• Οι εργάτριες μέλισσες (περίπου 50.000 – 60.000 ανά κυψέλη)
 Κηφήνες (περίπου 500 ανά κυψέλη)

Προσδόκιμο ζωής βασίλισσας

Η βασίλισσες των μελισσών έχουν πολύ μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής από τις άλλες μέλισσες και ζουν πολύ περισσότερο από αυτές, αυτό οφείλεται στην διατροφή τους ! Έτσι , μια βασίλισσα μέλισσα αναμένεται να ζήσει μεταξύ 3 και 5 ετών . Ωστόσο, μερικές φορές οι μελισσοκόμοι θα αντικαταστήσουν τη βασίλισσα νωρίτερα για να βελτιώσουν την παράγωγη ,την απόδοση της αποικίας και άλλους παράγοντες .

Η βασίλισσα μέλισσα αναπτύσσεται από αυγό σε ενήλικα σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα από τις εργάτριες . Χρειάζεται μόνο 16 ημέρες, σε σύγκριση με 21 ημέρες που απαιτούνται για μια εργάτρια μέλισσα ή 24 ημέρες για τον κηφήνα.

Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε μια βασίλισσα. Είναι η μεγαλύτερη μέλισσα την οποία περικυκλώνουν όλες οι άλλες μέλισσες.

Η βασίλισσα προστατεύεται, τροφοδοτείται και θερμαίνεται από τις υπόλοιπες μέλισσες της κυψέλης οι οποίες και της καλύπτουν όλες της τις ανάγκες. Εάν η βασίλισσα πεθάνει, φυσικά ή αλλιώς, οι εργάτριες μέλισσες θα αρχίσουν την διαδικασία για την δημιουργία μιας νέας βασίλισσας .

Πόσο καιρό ζουν οι εργάτριες μέλισσες;

Οι εργάτριες μέλισσες έχουν πολύ μικρότερη διάρκεια ζωής από τις βασίλισσες και η διάρκεια ζωής τους εξαρτάται από το πότε γεννιούνται.

Οι εργάτριες μέλισσες που γεννιούνται την άνοιξη – καλοκαίρι θα ζήσουν μόνο 6 έως 8 εβδομάδες δουλεύοντας πολύ εντατικά.

Ωστόσο, οι εργάτριες μέλισσες που γεννιούνται πριν από το χειμώνα θα ζήσουν 4 έως 6 μήνες . Η κύρια δουλειά τους κατά τη διάρκεια του χειμώνα είναι να κρατηθεί η αποικία και η βασίλισσα ζεστή.

Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε εργάτρια μέλισσα να φρουρεί την είσοδο της κυψέλης.

Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί ρόλοι που έχει μια οι εργάτρια μέλισσα, συμπεριλαμβανομένου του ότι είναι νοσοκόμα, φρουρός, ανιχνευτής και συλλέκτρια . Και αυτό επίσης μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στο πόσο θα ζήσει μια εργάτρια μέλισσα .

Πόσο καιρό ζουν οι κηφήνες;

Ο κηφήνας έχει , κατά μέσο όρο βέβαια, τη συντομότερη διάρκεια ζωής όλων των τύπων μελισσών.
Οι κηφήνες θα ζήσουν από 3 εβδομάδες έως 3 μήνες , αλλά θα πεθάνουν και μετά το ζευγάρωμα με τη βασίλισσα. Αυτή η ευκαιρία θα μπορούσε να προκύψει σε οποιοδήποτε σημείο της μικρής ζωής ενός κηφήνα .

Ο κηφήνας εξυπηρετεί την αναπαραγωγή και την ύπαρξη της κυψέλης. Αν ο κηφήνας δεν γονιμοποιήσει τη βασίλισσα, το είδος δε θα αναπαραχθεί και θα χαθεί.

Πριν από το χειμώνα οι κηφήνες εκτοπίζονται από τη κυψέλη. Επειδή τα μόνα πράγματα στα οποία είναι καλοί είναι το φαγητό και το ζευγάρωμα, δεν είναι ευπρόσδεκτοι να μείνουν στην κυψέλη μέχρι το χειμώνα και να καταναλώνουν τα <<μελένια>> αποθέματα . Όταν θα μείνουν έξω από την κυψέλη θα πεθάνουν καθώς δεν μπορούν να υποστηρίξουν τον εαυτό τους. (πχ να τραφούν κλπ). Βέβαια αυτό δεν αποτελεί τον κανόνα γιατί σε μερικές αποικίες παρατηρείται να διατηρούν κηφήνες ακόμη και κατά την διάρκεια του χειμώνα!

Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε έναν κηφήνα.

Επομένως εν συντομία έχουμε :

• Βασίλισσα μέλισσα – 3 έως 5 χρόνια
• Εργάτρια μέλισσα – 1 – 6 μήνες
• Κηφήνας – 3 – 16 εβδομάδες

Και όλα αυτά τελικά είναι άλλη μια ενδιαφέρουσα πτυχή της ζωής των μελισσών ίσως γι΄ αυτό, όπως έχει παρατηρηθεί, εμείς οι άνθρωποι όσο περισσότερα μαθαίνουμε για τις μέλισσες, τόσο ακόμα περισσότερα θέλουμε να μάθουμε για αυτές!

Πηγή: MelissokomiaNet.gr


Υπάρχουν σηµαντικές µορφολογικές και ανατοµικές διαφορές µεταξύ των τριών διαφορετικών µορφών εντός της κυψέλης, δηλαδή της εργάτριας, της βασίλισσας και του κηφήνα. Αυτές οι διαφορές δίνονται συνοπτικά στον πίνακα που ακολουθεί.

Μορφολογικές και ανατοµικές διαφορές µεταξύ εργάτριας, βασίλισσας και κηφήνα.
Μορφολογικές και ανατοµικές διαφορές µεταξύ εργάτριας, βασίλισσας και κηφήνα.

Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας

Βιβλιοθήκη ΤΕΙ Κρήτης

Ηλεκτρονικές σημειώσεις

Η μορφολογία της μέλισσας

Καθηγητής: Αλυσσανδράκης Ελευθέριος


Οι αισθήσεις των μελισσών περιλαμβάνουν την Όραση, Όσφρηση, Γεύση και την Αφή. Επίσης οι µέλισσες είναι σε θέση να αντιλαµβάνονται το διοξείδιο του άνθρακα, µε αισθητήρια όργανα που βρίσκονται στις κεραίες, την υγρασία, καθώς επίσης και αλλαγές στη θερµοκρασία του αέρα και την ατµοσφαιρική πίεση.

A) Όραση.

Οι µέλισσες χρησιµοποιούν τη όραση κατά τη συλλογή τροφής, όπως επίσης και όταν επιστρέφουν στην κυψέλη. Γι’ αυτό και οι µελισσοκόµοι βάφουν τις κυψέλες µε διαφορετικά χρώµατα, ώστε οι µέλισσες να µη µπερδεύονται και να µπαίνουν σε διαφορετική κυψέλη. Το εύρος µήκους κύµατος που βλέπει η µέλισσα είναι 300-650 nm, µε αποτέλεσµα να µπορεί να διακρίνει 4 χρώµατα: υπεριώδες, µπλε, πρασινοµπλέ και κίτρινο. Το κόκκινο χρώµα δε µπορεί να το δει η µέλισσα, καθώς απορροφά σε µήκος κύµατος µεγαλύτερο από 650 nm. Από την άλλη, ο άνθρωπος βλέπει από 400 nm και πάνω, µε αποτέλεσµα να µη µπορεί να δει το υπεριώδες (300-400 nm). Όπως είπαµε νωρίτερα, η µέλισσα έχει 3 απλούς και 2 σύνθετους οφθαλµούς. Οι απλοί οφθαλµοί δε βλέπουν παραστάσεις, αλλά αντιλαµβάνονται αλλαγές στην ένταση του φωτός. Οι σύνθετοι οφθαλµοί αντιλαµβάνονται τις εικόνες. Αποτελούνται από µερικές χιλιάδες οµατίδια, κάθε ένα των οποίων λαµβάνει ένα µέρος της συνολικής εικόνας, η οποία εν συνεχεία συναρµολογείται στον εγκέφαλο. Να πούµε τέλος, ότι οι τρίχες που βρίσκονται στην επιφάνεια των σύνθετων οφθαλµών αντιλαµβάνονται την κίνηση του αέρα, εκτιµώντας έτσι την ταχύτητα του ανέµου κατά τη διάρκεια της πτήσης.

Β) Όσφρηση.

Τα αισθητήρια όργανα της όσφρησης των µελισσών (sensilla placodea) βρίσκονται στα 8 τελευταία άρθρα των κεραιών. Πρόκειται για οσφρητικές πλάκες, οι οποίες αριθµούνται σε µερικές εκατοντάδες. Η µέλισσες χρησιµοποιούν την όσφρηση για τις οσµές λουλουδιών, και µάλιστα η οξύτητα µε την οποία τις αντιλαµβάνονται είναι 2 φορές µεγαλύτερη από αυτή του ανθρώπου. Επίσης, µε την όσφρηση αναγνωρίζουν άτοµα της ίδιας κυψέλης.

Γ) Γεύση.

Η µέλισσα µπορεί να διακρίνει τις ίδιες 4 γεύσεις µε τον άνθρωπο (γλυκό, ξινό, πικρό, αλµυρό), µε τη διαφορά ότι το πικρό έχει µικρή σηµασία γι’ αυτές. Τα αισθητήρια όργανα της γεύσης (sensilla basiconica) βρίσκονται µες στο στόµα, στις κεραίες και στους ταρσούς των µπροστινών ποδιών. Η πιο σηµαντική από τις γεύσεις των µελισσών είναι το γλυκό, καθώς αυτό καθορίζει την προτίµηση των µελισσών για το νέκταρ των διαφόρων φυτών.

∆) Αφή.

Οι περισσότερες από τις τρίχες στην επιφάνεια του σώµατος των µελισσών αποτελούν τα αισθητήρια όργανα αφής τους (sensilla trichodea). ∆εν είναι γνωστό τι είδους ερεθίσµατα αντιλαµβάνονται. Ε) Ακοή. Οι µέλισσες έχουν δύο ειδών όργανα για να αντιλαµβάνονται ήχους και δονήσεις. Έχει παρατηρηθεί ότι οι συλλέκτριες µέλισσες κάνουν κάποιο ιδιαίτερο ήχο µε τα φτερά τους ώστε να υποδηλώσουν στις υπόλοιπες ότι έχουν βρει τροφή. Αυτός ο ήχος συλλαµβάνεται από το όργανο του Johnston, το οποίο βρίσκεται στο γόνατο της κεραίας (µέσα στον ποδίσκο), αντιλαµβάνεται τους ήχους. Επίσης, είναι γνωστό ότι οι µέλισσες αντιδρούν πολύ γρήγορα σε χτυπήµατα των κυψελών τους, αντιλαµβανόµενες τις δονήσεις που προκαλούνται. Οι δονήσεις συλλαµβάνονται από τα λεγόµενα χορδοτονικά όργανα (scoloparia), τα οποία αποτελούνται από µια δέσµη σκολοποφόρων αισθητήριων κυττάρων (sensilla scolopophora). ∆ύο από αυτά υπάρχουν στη βάση της άρθρωσης κάθε κεραίας, ενώ 4 βρίσκονται σε κάθε πόδι, ένα στο µηρό, δύο στην κνήµη και ένα στον ταρσό.

ΣΤ) Άλλες αισθήσεις.

Εκτός των προαναφερθέντων, οι µέλισσες είναι σε θέση να αντιλαµβάνονται το διοξείδιο του άνθρακα, µε αισθητήρια όργανα που βρίσκονται στις κεραίες. Επίσης, αντιλαµβάνονται µεταβολές στη σχετική υγρασία, καθώς επίσης και αλλαγές στη θερµοκρασία του αέρα και την ατµοσφαιρική πίεση.

Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας

Βιβλιοθήκη ΤΕΙ Κρήτης

Ηλεκτρονικές σημειώσεις

Η μορφολογία της μέλισσας

Καθηγητής: Αλυσσανδράκης Ελευθέριος


Η διάπαυση κατα την εντομολογία είναι µια περίοδος ανάσχεσης της δραστηριότητας και των µορφολογικών µεταβολών που γενικά παρατηρείται σε ψυχρές ή ξηρές περιόδους. Η φυσιολογική δραστηριότητα του οργανισµού του εντόµου µπορεί πάντως να συνεχίζεται κατά την περίοδο αυτή εν όψει της επανέναρξης της δραστηριότητας.

Η διάπαυση για τους μελισσοκόμους είναι το φαινόμενο που παρατηρούμε κυρίως τον χειμώνα, γνωστό ως ξεγόνιασμα. Δηλαδή όταν η βασίλισσα σταματά την ωοτοκία της και δεν παράγεται καθόλου γόνος. Βέβαια αυτό εξαρτάται και απο την περιοχή που βρισκόμαστε (Βόρεια, Νότια), την εποχή και απο άλλους παράγοντες που θα αναλυθούν παρακάτω.

Η διάπαυση των εντόμων εξαρτάται από την θερμοκρασία, την υγρασία, την επάρκεια τροφής και κυρίος από τον φωτισμό (φωτοπερίοδος) σε συνάρτηση και με άλλους περιβαλλοντικού παράγοντες.

Σε πολλά έντομα η διάπαυση είναι κληρονομικός χαρακτήρας που εμφανίζεται με βάση ένα βιολογικό ωρολογιακό μηχανισμό ο οποίος μπορεί να τεθεί σε λειτουργία από ορισμένους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Έτσι είναι δυνατό ο μηχανισμός αυτός να δραστηριοποιηθεί και πρίν ακόμα παρατηρηθούν δυσμενείς συνθήκες. Συνήθως όμως κάποιος δυσμενής παράγων, όπως η χαμηλή θερμοκρασία, είναι το ερέθισμα για την έναρξη της διάπαυσης. Εάν οι δυσμενείς συνθήκες παραμείνουν η διάπαυση είναι δυνατό να συνεχιστεί για μακρό χρονικό διάστημα. Το φαινόμενο της διάπαυσης μπορεί να εμφανιστεί πιο έντονο σε μερικά έντομα από τι σε άλλα.

Η θερµοκρασία, η διάρκεία της ηµέρας, η υγρασία και η διαθέσιµη τροφή ποικίλλουν ανάλογα µε την εποχή, το γεωγραφικό πλάτος και το υψόµετρο. Οι ώρες φωτός (φωτοπερίοδος) µαζί µε τους άλλους παραπάνω παράγοντες, καθώς και οι αλληλεπιδράσεις τους, προκαλούν τα ερεθίσµατα που ενεργοποιούν το βιολογικό ωρολογιακό µηχανισµό ο οποίος προκαλεί την είσοδο στη διάπαυση. Η σχετική σηµασία των παραγόντων αυτών µπορεί να διαφέρει ανάλογα µε το είδος του εντόµου και την περιοχή. Παρατηρούνται συχνά µερικές διαφορετικές φυλές στο ίδιο είδος εντόµου µε διαφορετικές αντιδράσεις στους εξωγενείς παράγοντες που προκαλούν τη διάπαυση. Επίσης οι αντιδράσεις στους παράγοντες αυτούς πληθυσµών του ίδιου, που βρίσκονται σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, µπορεί να διαφέρουν.

Η θερμοκρασία δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας ώστε να ξεκινήσει η διάπαυση. Πειραματικές εργασίες έχουν αποδείξει ότι η φωτοπερίοδος είναι ένα καθοριστικό εξωτερικό ερέθισμα για την πυροδότηση του μηχανισμού έναρξης της διάπαυσης σε πολλά έντομα. Η ποιότητα της τροφής επίσης φαίνεται να είναι καθοριστικός παράγοντας για την έναρξη της διάπαυσης.

Η διάπαυση στα έντοµα ελέγχεται από ορµόνες. Αυτές προέρχονται από τον εγκέφαλο, το υποοισοφαγικό γάγγλιο και τους προθωρακικούς αδένες. Οι δύο τελευταίες πηγές φαίνεται ότι ελέγχονται άµεσα ή έµµεσα από τον εγκέφαλο. Ο ακριβής τρόπος αντίδράσης του εγκεφάλου στα εξωτερικά ερεθίσµατα που προκαλούν διάπαυση δεν είναι αρκετά γνωστός, ειδικά όταν η δράση του εκάστοτε ερεθίσµατος φαίνεται πολύ αργότερα από την εµφάνιση του ερεθίσµατος αυτού.

Συμπερασματικά λοιπόν η φωτοπερίοδος προκαλεί ερεθίσματα που γενικά λειτουργούν περισσότερο αποτελεσματικά για την πρόκληση διάπαυσης απ΄ ότι η θερμοκρασία, η τροφή, η υγρασία και άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες. Κατά κανόνα πολλές ώρες φωτός την ημέρα εμποδίζουν την έναρξη της διάπαυσης ενώ λίγες ώρες φωτός προκαλούν την έναρξή της. Αντίστροφα πολλές ώρες φωτός διακόπτουν την διάπαυση. Υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις. Έτσι τελικά είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι οι συνθήκες του περιβάλλοντος καθορίζουν τις δραστηριότητες του εντόμου.

MelissokomiaNet.gr

Πηγές: Γεωργική Εντομολογία, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Βιβλιοθήκη Τ.Ε.Ι Κρήτης


Οι μέλισσες απαιτούν για την επιβίωσή τους πρωτεΐνες (αμινοξέα), υδατάνθρακες (ζάχαρα), λιπίδια (λιπαρά οξέα, στερόλες), βιταμίνες, ανόργανα άλατα (άλατα), και νερό. Αυτές οι θρεπτικές ουσίες πρέπει να βρίσκονται στην διατροφή σε καθορισμένη ποιοτική και ποσοτική αναλογία για τη βέλτιστη ανάπτυξη και ευζωϊα του πληθυσμού.

Οι ενήλικες μέλισσες, ηλικίας 1 έως 14 ημερών, λαμβάνουν τις πρωτεΐνες από τη γύρη που οι συλλέκτριες συλλέγουν και φέρνουν στην κυψέλη. Ο γόνος, οι προνύμφες των μελισσών, λαμβάνουν τις απαραίτητες πρωτεΐνες κατά τις 3 πρώτες ημέρες της ζωής τους, μέσω του βασιλικού πολτού, που παράγεται από τους υποφαρυγγικούς αδένες των νεαρών μελισσών και στη συνέχεια μέσω της τροφής, που επίσης φτιάχνουν οι νεαρής ηλικίας μέλισσες, «παραμάνες», ένα μίγμα γύρης, μελιού και δικών τους σιελογόνων εκκρίσεων. Τέλος η βασίλισσα προσλαμβάνει τις απαραίτητες πρωτεΐνες από τον βασιλικό πολτό, που παράγουν οι «παραμάνες» μέλισσες και ο οποίος είναι η αποκλειστική της τροφή και κατά το στάδιο της προνύμφης αλλά και σ’ όλη της τη ζωή ως ενήλικη.

Εάν υπολογίσουμε ότι για τη διατροφή μίας προνύμφης απαιτούνται 100 mgr γύρης, τότε απαιτείται 1 Kg γύρη για την εκτροφή περίπου 10.000 προνυμφών, δηλαδή 1 Kg ανά εβδομάδα, εάν η βασίλισσα ωοτοκεί 1.500 ωά/ 24ωρο –> 10.500 ωά/ 7 ημέρες. Εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι σε μία μελισσοκομική χρονιά εκτρέφονται από ένα μελίσσι περίπου 200.000 μέλισσες, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι κάθε μελίσσι συλλέγει – μόνο για τις ανάγκες εκτροφής του γόνου και όχι για κατανάλωση από τις ακμαίες μέλισσες – 20 Kg γύρης.

Αντίστοιχα οι ακμαίες μέλισσες καταναλώνουν μεγάλα ποσά γύρης κατά τη διάρκεια των πρώτων 5-6 ημερών, μετά την έξοδό τους από το κελί, ώστε να μπορέσουν να ολοκληρώσουν την ανάπτυξή τους. Αυτό αφορά κυρίως την ανάπτυξη των υποφαρυγγικών τους αδένων, οι οποίοι θα παράξουν τον βασιλικό πολτό. Εάν σε εκείνη τη χρονική στιγμή δεν υπάρχει επάρκεια γύρης οι υποφαρυγγικοί αδένες δεν θα αναπτυχθούν επαρκώς και η παραγόμενη ποσότητα βασιλικού πολτού δεν θα μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες της βασίλισσας, αλλά και των εκτρεφόμενων προνυμφών. Έτσι η βασίλισσα υποσιτιζόμενη θα μειώνει την ωοτοκία της, ενώ οι εκτρεφόμενες προνύμφες θα εξελιχθούν σε «ασθενικές» και σύντομης ζωής ακμαίες μέλισσες.

Όσον αφορά όμως στη γύρη, ως τροφή των μελισσών, σημασία δεν έχει μόνο η επάρκεια (ποσότητα), αλλά και η ποιότητα. Και η ποιότητα της γύρης καθορίζεται από την περιεκτικότητά της σε πρωτεΐνη, αλλά και τις ποσότητες συγκεκριμένων αμινοξέων.

Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη των γύρεων ποικίλλει από 10% έως 36%. Η γύρη κάποιων φυτών περιέχει πρωτεϊ’νη ανεπαρκή σε ορισμένα αμινοξέα που είναι κρίσιμα για την σωστή ανάπτυξη των μελισσών. Όλα τα αμινοξέα που απαριθμούνται στον παρακάτω πίνακα, εκτός από τη θρεονίνη, είναι κρίσιμα για την κανονική ανάπτυξη των ενήλικων μελισσών. Με εξαίρεση την ιστιδίνη και την αργινίνη, τα άλλα αμινοξέα δεν μπορούν να συντεθούν από τις μέλισσες και πρέπει να ληφθούν μέσω της κατανάλωσης γύρης.

Η ανάγκη για πρωτεΐνη μειώνεται όταν οι ακμαίες μέλισσες σταματούν να εκτρέφουν γόνο, να είναι παραμάνες (μεταξύ της 10ης και 14ης ημέρας της ενήλικης ζωής τους). Στη συνέχεια, το κύριο στοιχείο της διατροφής τους γίνονται οι υδατάνθρακες.

Δρ. Σοφία Γούναρη

Διατροφή – Τροφοδότηση των μελισσών

ΠηγήMelinet.gr


Στο άρθρο που ακολουθεί αναλύονται πλήρως τα συστήματα που βρίσκονται στο σώμα της μέλισσας όπως: Πεπτικό, Κυκλοφορικό, Αναπνευστικό, Νευρικό σύστημα, Αναπαραγωγικό και Αδενικό.

anatomia-tis-melissas
Εικόνα 17. Πεπτικό σύστηµα της µέλισσας. Αριστερά φαίνεται λεπτοµέρεια του προστόµαχου (από Dade, 1962).

A) Πεπτικό και απεκκριτικό σύστηµα.

Το πεπτικό σύστηµα της µέλισσας (εικόνα 17) ξεκινάει από το στόµα και καταλήγει στην έδρα. Χωρίζεται σε τρία µέρη, το πρόσθιο, το µέσο και το οπίσθιο έντερο. Το πρόσθιο έντερο περιλαµβάνει το φάρυγγα, τον οισοφάγο, τον πρόλοβο (ή µελιστόµαχο) και τον προστόµαχο. Το µέσο έντερο είναι το στοµάχι όπου γίνεται η πέψη. Τέλος, το οπίσθιο έντερο περιλαµβάνει την πυλωρική βαλβίδα µε τους σωλήνες Malpighi, το λεπτό και το παχύ έντερο, και καταλήγει στην έδρα. Με το πεπτικό σύστηµα συνδέονται και κάποιοι αδένες µείζονος σηµασίας, οι σιελογόνοι και οι υποφαρυγγικοί.

Οι σιελογόνοι αδένες παράγουν το σάλιο, ενώ βρίσκονται στο κεφάλι και το θώρακα.

Οι υποφαρυγγικοί αδένες βρίσκονται στο κεφάλι και παράγουν το βασιλικό πολτό στις νεαρές εργάτριες. Όταν η µέλισσα µεγαλώσει σε ηλικία, οι υποφαρυγγικοί αδένες ατροφούν και δεν παράγουν βασιλικό πολτό, αλλά εκκρίνουν ένα ένζυµο, την ιµβερτάση, το σηµαντικότερο ένζυµο για την παραγωγή µελιού.

Ένα πολύ σηµαντικό τµήµα του πεπτικού συστήµατος της µέλισσας είναι ο πρόλοβος ή µελιστόµαχος. Σε αυτόν τον χώρο αποθηκεύεται το νέκταρ όταν η µέλισσα το συλλέγει και µέχρι να το αποθέσει στην κηρήθρα. Όσο το νέκταρ βρίσκεται στον πρόλοβο, γίνεται εµπλουτισµός µε διάφορα ένζυµα που θα συντελέσουν στην ωρίµανση του µελιού, όπως είναι η ιµβερτάση. Ο πρόλοβος έχει µεγάλη ελαστικότητα και µπορεί, όταν είναι γεµάτος νέκταρ, να καταλάβει το 1/3 του χώρου της κοιλιάς.

Επίσης µείζονος σηµασίας τµήµα είναι ο προστόµαχος, ο οποίος παίζει το ρόλο βαλβίδας, µη επιτρέποντας την επαναφορά τροφής από το στοµάχι στον πρόλοβο. Ουσιαστικά δηλαδή, το περιεχόµενο του στοµάχου της µέλισσας ουδέποτε έρχεται σε επαφή µε το περιεχόµενο του πρόλοβου και συνεπώς δεν έχει βάση η κακοήθεια µερικών να αποκαλούν το µέλι ως «εµετό των µελισσών».

Β) Κυκλοφορικό σύστηµα.

Όπως συµβαίνει σε όλα τα έντοµα, το κυκλοφορικό σύστηµα αποτελείται από την καρδιά και την αορτή, για την κυκλοφορία της αιµολέµφου στη σωµατική κοιλότητα του εντόµου. ∆εν υπάρχουν φλέβες και αρτηρίες όπως στα θηλαστικά, ενώ και ο ρόλος της αιµολέµφου είναι διαφορετικός από αυτόν του αίµατος. Η αιµολέµφος έχει σαν κύρια αποστολή τη µεταφορά θρεπτικών συστατικών από το στοµάχι προς τα σωµατικά κύτταρα που τα έχουν ανάγκη. Λαµβάνει τα άχρηστα υλικά από τα κύτταρα, τα οποία, µέσω των σωλήνων Malpighi, διοχετεύονται στο λεπτό έντερο. Τέλος, συντελεί στην άµυνα της µέλισσσας, µεταφέροντας τα αιµοκύτταρα στα σηµεία όπου υπάρχει επίθεση από κάποιο παθογόνο.

Γ) Αναπνευστικό σύστηµα.

Οι µέλισσες αναπνέουν παθητικά, µέσω ενός συστήµατος σωληνώσεων, που λέγονται τραχείες, µε το όλο σύστηµα να λέγεται τραχειακό αναπνευστικό σύστηµα. Ο αέρας εισέρχεται στο σώµα της µέλισσας µέσω οπών σε διάφορα σηµεία του σώµατος, τα αναπνευστικά τρήµατα (ή στίγµατα) και, µέσω των τραχειών, το οξυγόνο µεταφέρεται στα κύτταρα που το χρειάζονται. Ταυτόχρονα, το διοξείδιο του άνθρακα αποµακρύνεται από αυτά. Σε κάποια σηµεία τους, οι τραχείες διευρύνονται και δηµιουργούν τους αερόσακους, οι οποίοι βοηθούν τη µέλισσα κατά την πτήση γεµίζοντας αέρα.

) Νευρικό σύστηµα.

Το νευρικό σύστηµα της µέλισσας είναι σχετικά απλό, αποτελούµενο από νευρικά κύτταρα, τα οποία συνδέονται µεταξύ τους, αλλά και µε τα διάφορα αισθητήρια όργανα, µε τη βοήθεια συνάψεων. Τα νευρικά κύτταρα συγκεντρώνονται σε οµάδες, που ονοµάζονται γάγγλια. Στο σώµα της µέλισσας

anatomia-tis-melissas-1
Εικόνα 18. Αναπαραγωγικό σύστηµα βασίλισσας (Α) και εργάτριας (Β) (από Snodgrass, 1975).

Ε) Αναπαραγωγικό σύστηµα.

Μόνο η βασίλισσα και ο κηφήνας έχουν πλήρως ανεπτυγµένο αναπαραγωγικό σύστηµα, ενώ οι εργάτριες ατροφικό (εικόνα 18). Τα γεννητικά όργανα της βασίλισσας απαρτίζονται από δύο καλά ανεπτυγµένες ωοθήκες, κάθε µια των οποίων αποτελείται από 150-180 ωοφόρους σωλήνες (οβαριόλες). Οι οβαριόλες παράγουν ένα µεγάλο αριθµό ωών, τα οποία µέσω των ωαγωγών, περνάνε από τη σπερµατοθήκη και εξέρχονται από τον κόλπο.

Στη σπερµατοθήκη βρίσκονται συγκεντρωµένα τα σπερµατοζωάρια των κηφήνων, µε τους οποίους η βασίλισσα ζευγάρωσε στην αρχή της ζωής της. Ο αδένας σπερµατοθήκης παρέχει θρεπτικά συστατικά στα σπερµατοζωάρια για να διατηρηθούν ζωντανά. Όταν το ωό διέρχεται από τον κόλπο, ελευθερώνονται µερικά σπερµατοζωάρια και το γονιµοποιούν. Αν το ωό προορίζεται για κηφήνα, τότε δεν ελευθερώνονται σπερµατοζωάρια και αυτό γεννιέται αγονιµοποίητο. Τα σπερµατοζωάρια στη σπερµατοθήκη είναι µερικά εκατοµµύρια και η βασίλισσα είναι σε θέση να γεννά για 2-4 (ή και 5) χρόνια.

anatomia-melissa
Εικόνα 19. Φαλλός κηφήνα µετά την αναστροφή (από Snodgrass, 1975).

Ο κηφήνας είναι ώριµος σεξουαλικά 12 µέρες περίπου έπειτα από την έξοδό του από το κελί.

Κατά το ζευγάρωµα, ο φαλλός αναστρέφεται (εικόνα 19), µε το σπέρµα να µεταφέρεται στην άκρη αυτού.

Αυτή η αναστροφή επιτυγχάνεται µε τη σύσπαση κοιλιακών µυών, µε αποτέλεσµα η πίεση του αίµατος να ανέβει σηµαντικά και να προκληθεί έτσι η εκσπερµάτιση.

Η σύσπαση των µυών συνεχίζεται και έτσι προκαλείται η αποκοπή του φαλλού από το σώµα του κηφήνα, µε τον ταυτόχρονο θάνατο αυτού.

ΣΤ) Αδενικό σύστηµα.

Οι µέλισσες διαθέτουν δύο ειδών αδένες, τους ενδοκρινείς και τους εξωκρινείς. Οι πρώτοι παράγουν ορµόνες που δρουν µέσα στο σώµα της µέλισσας, ενώ οι δεύτεροι σχετίζονται µε τις δραστηριότητες των µελισσών.

Από τους ενδοκρινείς, σηµαντικοί είναι οι προθωρακικοί αδένες, οι οποίο συναντώνται µόνο στις προνύµφες και παράγουν την ορµόνη εκδυσόνη, η οποία ελέγχει τις εκδύσεις. Επίσης, οι αδένες corpora allata παράγουν τη νεανική ορµόνη (juvenile hormone), η οποία σχετίζεται µε τη διαφοροποίηση της κάστας. Όταν η προνύµφη προορίζεται για βασίλισσα, ο αδένας αυτός διεγείρεται από ουσίες του βασιλικού πολτού και παράγει µεγαλύτερες ποσότητες νεανικής ορµόνης. Στις ενήλικες µέλισσες, οι αδένες αυτοί ρυθµίζουν την αύξηση και ανάπτυξη αυτών, καθώς και την κατανοµή εργασιών.

anatomia-melission

Οι εξωκρινείς αδένες (εικόνα 20) είναι πιο χαρακτηριστικοί επειδή σχετίζονται µε 4 βασικές λειτουργίες της εργάτριας µέλισσας: την παραγωγή κεριού, την επικοινωνία, την άµυνα και την επεξεργασία της τροφής.

Κηρογόνοι αδένες. Υπάρχουν 4 ζεύγη κηρογόνων αδένων στο κάτω µέρος της κοιλιάς, από τον 4ο ως τον 7ο κοιλιακό στερνίτη. Το κερί παράγεται σαν διαυγές υγρό, το οποίο στερεοποιείται µόλις έρθει σε επαφή τον αέρα και βγαίνει υπό µορφή λεπιών.

Αδένας Νασάνοφ. Βρίσκεται στον 7ο κοιλιακό τεργίτη και παράγει την οµώνυµη φεροµόνη, µε την οποία οι εργάτριες υποδεικνύουν την είσοδο της φωλιάς, την ύπαρξη νερού και τροφής, ενώ βοηθά και στο σχηµατισµό του ‘τσαµπιού’ κατά τη σµηνουργία. Οι νεαρές εργάτριες εκκρίνουν µικρή ποσότητα, η οποία αυξάνει µε την ηλικία και µεγιστοποιείται την περίοδο που η εργάτρια λειτουργεί ως συλλέκτρια.

Αδένας δηλητηρίου. Παράγει το δηλητήριο, το οποίο συγκεντρώνεται στο σάκο δηλητηρίου µέχρι η µέλισσα να κεντρίσει. Η ποσότητα του δηλητηρίου µέσα στο σάκο αυξάνει µέχρι τη 12η µέρα της ζωής της εργάτριας, φτάνοντας τα 0,3 mg.

Αδένες Άρνχαρτ. Βρίσκονται στο τελευταίο άρθρο του ταρσού, σε καθένα από τα 6 πόδια των θηλυκών µελισσών. Παράγουν ουσίες που συνθέτουν τη φεροµόνη «ίχνος ποδιού», η οποία κατευθύνει τις συλλέκτριες µέλισσες στα άνθη και την είσοδο της φωλιάς, ενώ η βασίλισσα την αποθέτει πάνω στα κελιά της κηρήθρας.

Σιαγονικοί αδένες. Οι αδένες αυτοί µοιάζουν µε σάκο και είναι προσκολληµένοι στις σιαγόνες. Είναι πολύ µεγάλοι στη βασίλισσα και παράγουν µίγµα πολλών ουσιών µε σηµαντική επίδραση στη σωστή λειτουργία του µελισσιού. Η συγκεκριµένη φεροµόνη λειτουργεί σαν ένδειξη για τις εργάτριες ότι υπάρχει βασίλισσα, και έτσι το µελίσσι διατηρεί τη συνοχή του. ∆ύο από τις ουσίες αυτές είναι οι σηµαντικότερες, το 9-οξο-2-δεκενοϊκό οξύ και το 9-υδροξυ-2-δεκενοϊκό οξύ. Η πρώτη λέγεται και βασιλική ουσία (queen substance). Οι σιαγονικοί αδένες στους κηφήνες είναι µικροί και ο ρόλος τους άγνωστος. Στις εργάτριες είναι σχετικά καλά ανεπτυγµένοι. Όταν οι εργάτριες είναι µικρής ηλικίας, παράγουν το σηµαντικότερο λιπίδιο του βασιλικού πολτού, το 10-υδροξυ-2-δεκενοϊκό οξύ. Σε µεγαλύτερη ηλικία παράγουν την ουσία 2-επτανόνη, η οποία δρα ως φεροµόνη συναγερµού.

Σιελογόνοι αδένες. Υπάρχουν οι κεφαλικοί και οι θωρακικοί σιελογόνοι αδένες. Ο ρόλος τους είναι η διάλυση των τροφών προς πέψη ή η κατεργασία υλικών, όπως του κεριού.

Υποφαρυγγικοί αδένες. Βρίσκονται στην κεφαλή της εργάτριας και ο ρόλος τους είναι η παραγωγή του βασιλικού πολτού στην αρχή της ζωής της, οπότε και είναι καλά ανεπτυγµένοι. Καθώς η µέλισσα µεγαλώνει σε ηλικία, αυτοί οι αδένες ατροφούν, συρρικνώνονται και παράγουν κυρίως το ένζυµο ιµβερτάση, το οποίο είναι απαραίτητο για τη µετατροπή του νέκταρος σε µέλι.

Αδένας Κοστσέβνικοφ. Βρίσκεται στο κεντρί της µέλισσας και εκκρίνει ένα µίγµα ουσιών, από τις οποίες ο οξικός ισοαµυλεστέρας δρα σαν φεροµόνη συναγερµού. Η ουσία αυτή προκαλεί 20-70 φορές πιο έντονο συναγερµό από την 2-επτανόνη (Boch και συνεργάτες, 1970). Κάποιες άλλες από τις ουσίες που παράγει ο αδένας αυτός θεωρείται ότι κατευθύνουν τις µέλισσες προς τον στόχο. Γενικά, η φεροµόνη αυτή προκαλεί έντονο συναγερµό στις µέλισσες, µε αποτέλεσµα αν κάποιος κεντριστεί µια φορά να ακολουθήσουν και άλλα κεντρίσµατα.

Μεταξογόνοι αδένες. Πρόκειται για τους αδένες που φέρουν οι προνύµφες και οι οποίοι εκκρίνουν το µετάξι για το πλέξιµο του κουκουλιού προ της νύµφωσης.

Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Βιβλιοθήκη ΤΕΙ Κρήτης, Ηλεκτρονικές σημειώσεις, Η μορφολογία της μέλισσας

Καθηγητής: Αλυσσανδράκης Ελευθέριος